Παρέμβαση του Πρωθυπουργού, Αλέξη Τσίπρα, στη Διάσκεψη Κορυφής
ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑ
ΓΕΝΙΚΗ ΓΡΑΜΜΑΤΕΙΑ ΠΡΩΘΥΠΟΥΡΓΟΥ
ΓΡΑΦΕΙΟ ΤΥΠΟΥ
Γκέτεμποργκ, 17.11.2017
ΔΕΛΤΙΟ ΤΥΠΟΥ
Παρέμβαση του Πρωθυπουργού, Αλέξη Τσίπρα, στη Διάσκεψη Κορυφής για τα Κοινωνικά Θέματα, για τη Δίκαιη Απασχόληση και την Ανάπτυξη
Ο Πρωθυπουργός, Αλέξης Τσίπρας, στη Διάσκεψη Κορυφής για τα Κοινωνικά Θέματα, για τη Δίκαιη Απασχόληση και την Ανάπτυξη, έκανε την ακόλουθη παρέμβαση.
(Ακολουθεί ανεπίσημη μετάφραση από τα αγγλικά)
Θα ήθελα, πρώτα από όλα, να πω ότι η Ελλάδα είναι μία ειδική περίπτωση. Θα πρέπει να έχετε υπόψη σας ότι στην Ε.Ε. υπάρχουν διαφορετικές περιπτώσεις, διαφορετικές συγκυρίες και όλες θα πρέπει να συνυπολογίζονται. Δεν μπορούμε να έχουμε μία λύση για όλα τα προβλήματα.
Ως προς την ανεργία, θα πρέπει να είμαστε ξεκάθαροι. Η στρατηγική μας, με το Σύμφωνο Σταθερότητας, ήταν να ακολουθήσουμε τα κριτήρια σύγκλισης που εφαρμόζονταν για όλους με τον ίδιο τρόπο. Τα ίδια κριτήρια για το χρέος, το έλλειμμα και ούτω καθεξής. Παρόλα αυτά, κατά το παρελθόν, δεν υπήρχαν αντίστοιχα κριτήρια που να αφορούν στα κοινωνικά ζητήματα, ειδικότερα στο ζήτημα της ανεργίας. Κατά την περίοδο της κρίσης, τα ποσοστά της ανεργίας ήταν ιδιαίτερα υψηλά, ενώ πριν την κρίση είχαμε χαμηλότερη ανεργία ακόμη κι από τη Γερμανία. Είμαι σίγουρος ότι το ίδιο φαινόμενο παρατηρήθηκε και σε άλλα κράτη του Ευρωπαϊκού Νότου. Η ανεργία έχει μειωθεί, αλλά ακόμη είναι υψηλή η ανεργία των νέων, καθώς και ο αριθμός των μακροχρόνια ανέργων και είναι ιδιαίτερα δύσκολο να επανεντάξουμε αυτούς τους ανθρώπους στην αγορά εργασίας. Σε πολλές περιπτώσεις, έχω υποστηρίξει ότι πρέπει να υπάρχει υψηλότερη χρηματοδότηση, προκειμένου να αντιμετωπιστεί η ανεργία, προκειμένου να δημιουργήσουμε προγράμματα εκπαίδευσης και κατάρτισης. Είναι ξεκάθαρο ότι όσον αφορά στην οικονομία υπάρχει χρηματοδότηση, αλλά όσον αφορά στην ανεργία χρειαζόμαστε περισσότερα προγράμματα και θα πρέπει να έχουμε μια διαφορετική αντιμετώπιση.
Η Ε.Ε. πρέπει να αναγνωρίσει ότι υπάρχουν μεγάλες διαφορές στις αγορές εργασίας των κρατών-μελών της και ότι η κοινωνική και η εργατική νομοθεσία θα πρέπει να παρέχουν την απαραίτητη προστασία σε όλους. Ακόμη και για όσους έχουν απασχοληθεί με ελαστικές μορφές εργασίας, οι οποίες έχουν αποκτήσει μια νέα διάσταση στην Ευρώπη σήμερα. Όσοι απασχολούνταν με ελαστικές μορφές εργασίας και είναι πλέον άνεργοι δεν έχουν ουσιαστικά δικαιώματα και αυτό δεν είναι καθόλου αποδοτικό. Οι γυναίκες και οι νέοι είναι ιδιαίτερα ευάλωτοι και αυτού του είδους η ανεργία υπονομεύει το σύστημα στο σύνολό του. Επομένως, θα πρέπει αυτό να το έχουμε υπόψη μας και να δημιουργήσουμε συνθήκες σύγκλισης, ώστε να μην υπάρχουν αυτές οι διαφορές μεταξύ των κρατών-μελών.